Το κήρυγμα της Κυριακής. Μνήμη τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ πρωτοκλήτου, 30 Νοεμβρίου 2025
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ
ΓΡΑΠΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
(Μνήμη τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ πρωτοκλήτου, 30 Νοεμβρίου 2025)
Σήμερα, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Ἀνδρέα τοῦ πρωτοκλήτου. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας, καταγόταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, μιὰ μικρὴ πόλη στὶς ὄχθες τῆς λίμνης Γεννησαρέτ. Ἦταν ψαρὰς μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του, τὸν Ἰωνᾶ, καὶ τὸν ἀδελφό του, τὸν Πέτρο. Ὑπῆρξε πρῶτα μαθητὴς τοῦ Ἰωάννη τοῦ βαπτιστῆ, τὸν ὁποῖο εἶδε νὰ δείχνει τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ λέει: «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ». Τότε ὁ Ἀνδρέας κι ἕνας ἄλλος μαθητής, πῆραν ἀπὸ κοντὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἐκεῖνος, στράφηκε καὶ τοὺς ρώτησε: «Τί ζητεῖτε;» Καὶ τότε ὁ Ἀνδρέας τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε, ποῦ μένεις;» Στὴν ἐρώτηση τοῦ Ἀνδρέα, ὁ Ἰησοῦς ἀπάντησε: «Ἔρχεσθε καὶ ἴδετε», ἐλᾶτε καὶ θὰ δεῖτε. Καὶ συνεχίζει τὴ διήγηση ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης λέγοντας ὅτι: «Πῆγαν λοιπόν, καὶ εἶδαν ποὺ μένει, κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἔμειναν κοντά του».
Τὸ τί ἄκουσαν ἀπὸ τὸν θεῖο Διδάσκαλο οἱ δυὸ μαθητὲς παραμένοντας μαζί του γιὰ μιὰ ὁλόκληρη μέρα καὶ τί ἐντύπωση τοὺς ἔκαμε, τὸ καταλαβαίνουμε ἀπὸ τὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς διήγησης. Ὁ Ἀνδρέας, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, «εὑρίσκει πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν!», ὁ Ἀνδρέας βρίσκει τὸν ἀδελφό του τὸ Σίμωνα καὶ μὲ θαυμασμὸ τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι «Βρήκαμε τὸν Χριστό!» Κι ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ τὸ ἱερὸ κείμενο συμπληρώνει ὅτι ὁ Ἀνδρέας πῆρε τὸν ἀδελφό του καὶ τὸν παρουσίασε στὸν Ἰησοῦ, «ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν». Τότε, ὁ Ἰησοῦς κοίταξε τὸν Σίμωνα στὰ μάτια καὶ τοῦ εἶπε· «Σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ, σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς»· ἐσὺ εἶσαι ὁ Σίμων, ὁ γιὸς τοῦ Ἰωνᾶ· ἐσὺ θὰ ὀνομαστεῖς Κηφᾶς –ποὺ στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει Πέτρος.
Ἡ πρώτη συνάντηση τοῦ Ἀνδρέα μὲ τὸν Ἰησοῦ δὲν ἦταν ἡ ὁριστικὴ κλήση του στὸ ἔργο τοῦ Ἀποστόλου, ἀλλὰ ὅταν φυλακίστηκε ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστής, τότε ὁ Ἰησοῦς κάλεσε ὁριστικὰ τοὺς μαθητὲς ποὺ θὰ γίνονταν Ἀπόστολοι, καὶ τότε πρῶτα πάλι κάλεσε τὸν Ἀνδρέα μὲ τὸν ἀδελφό του τὸν Πέτρο, ποὺ τοὺς βρῆκε «νὰ ρίχνουν τὰ δίχτυα στὴ λίμνη». Ἄλλες δυὸ φορὲς ὕστερα βλέπουμε τὸν ἀπόστολο Ἀνδρέα στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια. Μία φορά, ὅταν μαζὶ μὲ τὸν Φίλιππο ἔφεραν στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ κάποιους Ἕλληνες ποὺ ζήτησαν νὰ τὸν δοῦν. Καὶ δεύτερη, ὅταν ὁ Ἰησοῦς μιλοῦσε γιὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλήμ· τότε, μαζὶ μὲ τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, ὁ Ἀνδρέας ρώτησε: «Πές μας, πότε θὰ γίνουν αὐτά;»
Μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας ξεκίνησε τὴν ἱεραποστολική του περιοδεία σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη». Ἡ ἱεραποστολική του δράση συνδέεται μὲ τὴν πόλη τοῦ Βύζαντα καὶ μὲ τὴν πόλη τῶν Πατρῶν. Στὴν πόλη τοῦ Βύζαντα χειροτόνησε τὸν Στάχυ, ποὺ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα ἀποστόλους, σὲ πρῶτο ἐπίσκοπο κι ἔτσι ἔγινε ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Στὴν Ἑλλάδα εἶναι ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῶν Πατρῶν, ὅπου καὶ ἐδῶ μαρτύρησε, σταυρωμένος ἀνάποδα.
᾿Αδελφοί μου, ἀπὸ τὶς πιὸ χαρακτηριστικὲς φράσεις τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέα: «εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός», δηλαδὴ βρήκαμε τὸν Μεσσία, ποὺ σημαίνει τὸν Χριστό. Εὔχομαι κι ἐμεῖς πάντα νὰ λέμε καὶ νὰ ὁμολογοῦμε: «εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν». Ἀμήν.
Ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη