Ιερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης Τράχηλα Σητείας
Ίδρυση και θέση της Μονής
Στο βορειοανατολικό άκρο της Κρήτης, βορειοδυτικά της πόλης της Σητείας και ανάμεσα στα ακρωτήρια Μπαμπακιά και Τράχηλα της Τοπικής Κοινόητας Σκοπής του Δήμου Σητείας, βρίσκεται η πάλαι ποτέ διαλάμψασα Μονή της Παναγίας της Φανερωμένης Τράχηλα, γνωστή και ως Κυρία Φανερωμένη. Το Μοναστήρι, όπως αποδεικνύεται από τις σωζόμενες αγιογραφίες στη νοτιοδυτική πλευρά του Καθολικού, τα επιγραφικά χαράγματα των αδελφών Ιερομονάχων Γαβριήλ και Μελετίου Παντόγαλου και τα ονόματα από τη μεγάλη οικογένεια των Κορνάρων, είναι παλαιό, όμως δυστυχώς δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια η χρονολογία της ίδρυσής του. Είναι πολύ πιθανό εκεί να λειτουργούσε Μοναστήρι κατά την εποχή που χαράκτηκαν, όταν ανακαινίστηκε ο Ναός.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Ν. Ι. Παπαδάκη, το μοναστήρι λειτουργούσε, αλλά καταστράφηκε από τους πειρατές κατά τα τέλη του 16ου αιώνα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «συνάγομεν μεν την αρχαιοτέραν (χρονολογίαν) ότι η Μονή ιδρύθη προ του 1455, από δε την τελευταίαν, την εμφαίνουσαν την διακοπήν των επισκέψεων, ότι έπαυσε αύτη υφισταμένη μετά το 1536 καταστραφείσα πιθανώς κατά την επιδρομήν του Βαρβαρόσα (1537- 38)...» (Ν. Ι. Παπαδάκη, Η Εκκλησία της Κρήτης, σελ. 112). Τα παράλια της Σητείας, όπως είναι γνωστό, γνώρισαν πολλές πειρατικές επιδρομές κατά τον 15ο και 16ο αιώνα. Χωρίς να μπορούμε να ορίσομε την ακριβή χρονολογία που κτίσθηκε η Μονή, και αν λάβομε υπ᾿ όψιν τα επιγραφικά χαράγματα και τις εγχάρακτες χρονολογίες από το 1455 έως το 1598, που διακρίνονται μέσα στο ναό, μπορούμε να διατυπώσομε με βεβαιότητα ότι όλες οι πηγές συντείνουν πως ο Ναός κτίσθηκε πριν από το 1624.
Επίκεντρο της Μονής είναι ο δίκλιτος ναός που είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου και στον Άγιο Γεώργιο. Το καθολικό της Μονής πλαισιώνουν νεώτερα κτίρια που χρησιμεύουν ως κελλιά των «Δεκαπενταριστών». Ο Ναός περιέχει και το μικρό σπήλαιο, όπου σύμφωνα με την παράδοση βρέθηκε η εικόνα της Θεοτόκου. Το γεγονός αυτό έγινε και η αφορμή για τη ανέγερση του Ναού. Εκτός από το σπήλαιο του Ιερού στην περιοχή υπάρχουν και άλλες σπηλαιώδεις κοιλότητες στο ονομαστό φαράγγι των Αγίων Πάντων, το οποίο θεωρούνταν τόπος ασκήσεως και προσευχής ασκητών. Μάλιστα μία κοιλότητα, δυτικά του ναού θεωρείται σήμερα ως κατοικία κάποιου ασκητή, πριν ακόμα χτιστεί ο ναός και ιδρυθεί το μοναστήρι. Πολλά και δύσκολα για την εποχή εκείνη τεχνικά έργα απαιτούνταν για την ανέγερση ναού και ο χώρος δεν επαρκούσε για να εκπληρωθούν όλοι οι όροι της ορθόδοξης ναοδομίας. Επίσης, δεν ήταν δυνατόν για τον κτίτορα να παραμείνει εκτός ναού το λατρευτικό σπήλαιο της Φανερωμένης. Για τον λόγο αυτό δεν ακολουθήθηκε ο σωστός προσανατολισμός από την ανατολή προς τη δύση και ο κτίτορας προτίμησε να οικοδομήσει το ναό με προσανατολισμό από το βορρά προς το νότο. Το Ιερό Βήμα του ναού είναι σφηνωμένο μέσα σ᾿ ένα χαμηλό σπήλαιο σε χοντροπελεκημένο βράχο. Το Τέμπλο έχει δύο θύρες, αφού δύο είναι και οι Αγίες Τράπεζες (δίκλιτος Ναός), που εφάπτονται πάνω στον βράχο που σ᾿ αυτό το σημείο έχει μια συμμετρική εσοχή. Η Μονή έχει έξι πολύ παλιά κελλιά, που διατηρούν ακέραιο το μεσσαιωνικό ρυθμό. Έχουν πόρτες με παράθυρα μικρά σιδερόφρακτα και πόρτες με τα πανωπόρτια για να εμποδίζουν τον αέρα. Επίσης υπάρχει αίθουσα που χρησιμεύει ως αρχονταρίκι.
Εκτός από τα κελλιά του Μοναστηριού υπάρχουν σήμερα και πολλά ιδιόκτητα κελλιά που έχτισαν οι κάτοικοι της περιοχής με παραχώρηση από την Ενορία, κυρίως από το χωριό Σκοπή, και χρησιμεύουν για τη διαμονή των προσκυνητών, ειδικά τον Αύγουστο μήνα. Γιατί από όλα τα χωριά της Σητείας, αλλά κυρίως από τα όμορα Σκοπή, Πισκοκέφαλο, Αχλάδια, Χαμαίζι, Έξω Μουλιανά, Μυρσίνη, Μέσα Μουλιανά, κ.λπ. και βέβαια από την πόλη της Σητείας, έρχονται «Δεκαπενταριστές» στη χάρη της Παναγίας, και κατά την περίοδο των Ιερών Παρακλήσεων προς την Υπεραγία Θεοτόκο δημιουργείται το αδιαχώρητο από τους πιστούς. Ο αύλειος χώρος της Μονής είναι πολύ ευρύχωρος και την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου φιλοξενεί πολύ κόσμο που βρίσκει ανάπαυση στα πελεκένια πεζούλια της εκκλησίας ενώ πάνω από το Ιερό Βήμα διατηρείται ακόμη η μορφή του σπηλαίου. Το «Μεγάλο Κελλί», ευρύχωρο με τη μεσσαιωνική καμάρα, αποτελεί δείγμα της παλιάς φάμπρικας, όπου άλεθαν τις ελιές της Μονής τα παλιά χρόνια. Ο «Θόλος» ήταν κελλί στα πάνω κελλιά με θολωτή στέγη πέτρινη. Το «Φουρνόσπιτο» είναι το μεγάλο κελλί, εκεί που αρχίζουν τα πάνω κελλιά, με ένα φούρνο πολύ μεγάλο όπου ζύμωναν το ψωμί της Μονής και πολλοί Μετοχάρηδες το κρίθινο ψωμί τους. Πολλοί θυμόντουσαν, εκτός από το «φουρνόσπιτο», και το ελαιοτριβείο στο κτηριακό συγκρότημα της Μονής που χρησιμοποιούσαν οι «μετοχάρηδες» και οι ενοικιαστές των μοναστηριακών κτημάτων.
Ο ναός, ο τοιχογραφικός διάκοσμος και οι επιγραφές του Καθολικού της Μονής
Ιδιαίτερα φροντισμένη είναι η θύρα εισόδου του ναού που ανοίγεται στο νότιο τοίχο. Το πώρινο, λιτά λαξευμένο, περιθύρωμά της στηρίζεται σε ανεστραμμένα κιονόκρανα με φυτική διακόσμηση. Επιστέφεται με λοξότμητο υπέρθυρο που φέρει οξυκόρυφο-φλογόσχημο ανακουφιστικό τόξο, διακοσμημένο με άνθος κουκουνάρας στην κορυφή και φυτικό μοτίβο στη βάση του. Στο εσωτερικό του θυρώματος υπάρχει χάραγμα του 1469.
Πάνω από το υπέρθυρο είναι εντοιχισμένη επιγραφή, από την οποία αντλούμε πληροφορίες για την ιστορία της Μονής. Σύμφωνα με αυτήν, ανακαινιστής της Μονής -η οποία θα είχε καταστραφεί από τις πειρατικές επιδρομές του Μπαρμπαρόσα το 1538- υπήρξε κατά το έτος 1624, ο Γεννάδιος και πριν από αυτόν θεμελιωτής υπήρξε ο Ιωαννίκιος. Οι εργασίες που αναφέρονται σ᾿ αυτήν, πραγματοποιήθηκαν στα τελευταία χρόνια της Ενετοκρατίας στην Κρήτη, περίοδο κατά την οποία ο μοναχισμός γνώρισε πρωτόγνωρη άνθιση.
Η επιγραφή έχει ως εξής:
ΤΙΣ ΤΑΔΕ ΕΡΓΑΜΑΤΑ ΠΟΙΚΙΛΟΚΟΣΜΑ ΤΕ ΑΓΛΑΟΕΝΤΑ ΑΖΟΜΕΝΑ ΜΑΡΙΗΣ ΕΝΘΑΔΕ ΕΙΡΓΑΣΑΤΟ; ΤΙΣ ΝΕΟΝ ΩΚΟΔΟΜΗΣΕΝ ΙΕΡΟΝ ΕΠ ΟΡΟΥΣ ΠΟΛΥΦΑΙΔΡΟΝ ΤΙΣ ΠΟΛΥΕΠΝΟΟΝ ΔΕ ΑΛΣΟΣ ΕΘΗΚΕ ΜΕΓΑ; ΓΕΝΝΑΔΙΟΣ ΓΕΡΑΡΟΣ, ΓΗΡΕΟΣ, Ο ΓΕΝΝΑΔΑΣ ΟΝΤΩΣ ΕΞΗΚΟΝΤΑΕΤΗΣ, ΜΕΙΛΙΧΙΟΣ, ΓΑΛΕΡΟΣ. ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΣ ΜΕΝ ΚΤΗΤΩΡ ΠΡΟΤΕΡΟΝ ΑΥΤΟΥ, Ο ΔΕ ΓΕ ΑΣΠΕΤΑ ΗΝ ΚΡΕΣΣΟΝ ΕΤΕΥΞΕ ΣΑΦΩΣ: ΤΟ ΔΕ ΣΥΝΑΡΡΩΓΟΙ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΣ ΑΡΧΕΙ ΓΑΡ ΤΟΥΤΩΝ ΕΜΜΕΝΕΩΣ ΛΙΓΥΡΟΣ ΑΙΑΙ ΟΥΝ, ΤΡΙΤΑΛΑΙΝΑ ΜΟΝΗ, ΠΟΘΕΝ Η ΠΟΤ' ΑΡ ΕΞΕΙΣ ΑΣΤΕΡΑ ΣΟΙΣ ΚΑΛΠΟΙΣ ΤΟΙΟΝ ΕΧΟΝΤΑ ΦΑΟΣ; ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΧΚΔ ΕΤΟΣ ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΕΝ ΜΗΝΙ ΙΟΥΝΙΩ Ι´.
Ο Στυλιανός Αλεξίου αποδίδει την επιγραφή στα ελληνικά ως εξής:
«Ποιός τα έργα αυτά με τον ποικίλο διάκοσμο και λάμψη, από ευλάβεια για τη Μαρία ανύψωσε; Πάνω στο όρος ποιός εμεγάλωσε το μυρισμένο άλσος γύρω οικοδόμησε το νέο, ευχάριστο ιερό. Ο γεραρός Γεννάδιος, ο γηραιός, αληθινά γενναιόδωρος, ο πράος γαλερός, στα εξήντα του χρόνια. Ο Ιωάννικιος ήταν ο κτήτωρ πριν από αυτόν, και αυτός τα ήδη μεγάλα έργα και ο Ιωαννίκιος, σαφώς τα εβελτίωσε. Βοηθοί του είναι ο Νικόδημος και ο Ιωαννίκιος, τους οποίους διευθύνει με σθένος και ευελιξία. Αχ, καημένο μοναστήρι, πότε πάλι και από που θα εύρεις άραγε ένα τέτοιο λαμπερό αστέρι στους κόλπους σου; Κατά το έτος το σωτήριο 1624, το μήνα Ιούνιο στις 10».
Η επιγραφή αποτελείται από 6 ελεγειακά δίστιχα και είναι γραμμένη σε αρχαϊκή γλώσσα που δε στερείται λαθών. Διασώζει το όνομα του ανακαινιστή Ηγουμένου Γενναδίου, και μας πληροφορεί ότι η Μονή είχε οικοδομηθεί πριν απ᾿ αυτόν από τον Μοναχό Ιωαννίκιο. Στην επιγραφή αναφέρονται τα ονόματα εκείνων που βοήθησαν το έργο του, των μοναχών Ιωαννικίου και Νικοδήμου. Σύμφωνα με τον Στ. Αλεξίου, ο αρχικός κτήτορας Ιωαννίκιος είναι το ίδιο πρόσωπο με εκείνον που αναφέρεται στην επιγραφή, τονίζοντας ότι είναι πιθανόν να ήταν ηγούμενος πριν από το Γεννάδιο και στη συνέχεια να κατέλαβε τη θέση του βοηθού του ηγουμένου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «Πιθανώς ο Ιωαννίκιος αυτός είναι ο ίδιος με τον συνώνυμό του ‘‘προηγούμενο’’ του Γενναδίου. (Έληξε η ηγουμενία του και είναι τώρα βοηθός του Γενναδίου). Δεν αποκλείεται μάλιστα να είναι αυτός ο συνθέτης του επιγράμματος, που παρουσιάζει πολλές αναλογίες με το επίγραμμα του Αγίου Κωνσταντίνου Σητείας. Ίσως είναι ο ίδιος με τον λόγιο Ιωαννίκιο, του οποίου το επιτύμβιο (1628) υπάρχει στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης».
Πιθανότατα, κατά τον Στ. Ξανθουδίδη, ο ανακαινιστής και ηγούμενος της Μονής Τοπλού Γαβριήλ Παντόγαλος, ή ο αδελφός του Μητροπολίτης Εφέσου Μελέτιος, ήταν ο συντάκτης της επιγραφής, αφού παρουσιάζει κοινά σημεία με το μέτρο, την ελεγειακή γλώσσα, το λευκό μάρμαρο και το διακοσμητικό περιθώριο της κτητορικής επιγραφής της Μονής Τοπλού.
Ο κυρίως ναός, που είναι κατάγραφος, διαχωρίζεται από το Ιερό Βήμα με τοίχο που φέρει δυό τοξωτά ανοίγματα. Στις επιφάνειές του επεκτεινόταν ο τοιχογραφικός διάκοσμος, όπως φαίνεται από τα ίχνη χρώματος που έχουν σωθεί. Με δαπάνες της Ενορίας Σκοπής ο καθαρισμός και η στερέωσή τους από συντηρητές της αρμόδιας 13ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη της εν λόγω Εφορείας, οι σωζόμενες τοιχογραφίες είναι δυσδιάκριτες, εξαιτίας των στρωμάτων αιθάλης, των αποδομημένων χρωματικών στρωμάτων αλλά και εξαιτίας των επικαλύψεών τους με νεωτερικά κονιάματα.
Οι τοιχογραφίες, που ταυτίζονται είναι οι εξής:
Στην κατώτερη ζώνη του νότιου τοίχου διακρίνονται σκηνές ποινών, αποδιδόμενες με γυμνά σώματα που βρίσκονται μέσα στο πυρ της κολάσεως, περιβαλλόμενα από φίδια τα οποία ανέρχονται στα μέλη που είχαν διαπράξει την αξιόποινη πράξη.
Στο δυτικό τοίχο, διακρίνεται η ένθρονη Βρεφοκρατούσα στον παράδεισο, ο Απόστολος Πέτρος που κρατά το κλειδί του Παραδείσου καθώς και οι άγιοι που τον ακολουθούν. Οι παραστάσεις αυτές αποτελούν μέρος της σύνθετης παράστασης της Δευτέρας Παρουσίας.
Στους πλευρικούς τοίχους του ναού διακρίνονται ολόσωμες μορφές αγίων μέσα σε πλαίσια. Δυό από αυτούς ταυτίζονται με τον Αγ. Αντώνιο και με τον Αγ. Προκόπιο αντίστοιχα. Μετάλλια αγίων και προφητών διακρίνονται στο εσωράχιο του ενισχυτικού σφενδονίου. Μετά τις διερευνητικές τομές που πραγματοποιήθηκαν στο χώρο του Ιερού Βήματος αποκαλύφθηκαν ίχνη χρώματος. Στο εσωράχιο του τόξου επικοινωνίας μεταξύ των δυό κογχών, διακρίνεται η μορφή αδιάγνωστου αγίου. Στη γένεση του θόλου, στο νότιο τοίχο, σώζεται η κεφαλαιογράμματη επιγραφή «ο απερίγραπτος λόγος του πατρός εκ σου Θεοτόκε περιεγράφη».
Από διερευνητικές τομές που διενεργήθηκαν στο βόρειο τοίχο του ναού διαπιστώθηκε μια δεύτερη προσπάθεια τοιχογράφησης του ναού, προσπάθεια κατά την οποία οι τοιχογραφίες μαυρίστηκαν για να δεχτούν το υπόστρωμα του δεύτερου τοιχογραφικού στρώματος.
Στους εσωτερικούς τοίχους του ναού διακρίνονται πολλά επιγραφικά χαράγματα και χρονολογίες. Το έτος 1455 αποτελεί ένα terminus ante quem για την κατασκευή του καθολικού και την εκτέλεση του τοιχογραφικού διακόσμου.
Οι εν λόγω χρονολογίες καλύπτουν μια μακρά περίοδο, 1455, 1469, 1471, 1483, 1487, 1486, 1499, 1505, 1514, 1529, 1532, 1580, 1598, και δείχνουν την εξαιρετική φήμη που είχε αποκτήσει η Μονή, ώστε να την επισκέπτονται πολλοί επίσημοι, και μη, όπως θα δούμε παρακάτω.
Χαράγματα νότιου τοίχου: Γαβριήλ Ιερομόναχος Ποντογάλος, Μελέτιος Ιερομόναχος Ποντογάλος, καθώς και τα μονογράμματα δυό λατίνων επισκόπων με τις χρονολόγιες 1499 και 1536.
Χαράγματα δυτικού τοίχου: ΝΙCOLAUS CORNARIOS, ANDREAS CORNERIUS, MARKO FOGITO, PRESBITO, MARKO SALAMANOS, MARIA ARCHONTOPULA, ZUANE BONIV.
Σε όλα αυτά τα ονόματα προτάσσεται η έκφραση (επισκέφθηκε). Μετά το όνομα του Ανδρέα Κορνάρου ακολουθεί η χρονολογία ΜCCCCLXXXX (1490), κάτω δε από το όνομα του Νικολάου Κορνάρου, υπάρχει η πρόταση: Κύριος φυλακής Αχλαδίων (Dm fialacia aacladia).
Άλλα χαράγματα που συναντούμε:
1455 I sept...Hic fuit ptr petrus buffo; Adi 25 zugno 1461 petus buffo; 1486 di 29 1455 I sept... Ηic fuit ptr petrus buffo.
1471 hic fuit Nicola Micheie.
1483 hic fuit nicholao Michale Canto/fraalaor. porta..traghila..;
1487 hic fuit ptr bruno canonic
1499 21 aple MARCO DE MATT X IC FUIT ptr georgius colona
1505 hic fuit ma..agosto 1505
1529 hic fuit voti saluenti gratia pede iaborater et adiat..sanat zacharias part, benius
1532 hic Marcus Cornarius paui 1532 abi 23 fe
1580 Hic Fuit Ioanes Pagane...cu. Nicolao freto
Από τα επιγραφικά αυτά χαράγματα μπορούμε να εξάγομε πολύτιμα συμπεράσματα για τη μεγάλη οικογένεια των Κορνάρων. Εδώ αναφέρονται τα ονόματα των Νικολάου και Ανδρέου Κορνάρου. Κατά τον Στ. Αλεξίου, από την ίδια οικογένεια προέρχεται ο Ιωάννης Κορνάρος, ο ζωγράφος που φιλοτέχνησε την εικόνα της Αγίας Αναστασίας το 1765 και της περίτεχνης εικόνας «Μέγας ει Κύριε» το 1770 επί Παρθενίου ηγουμένου στη Μονή Τοπλού. Επίσης ο Εμμανουήλ Κορνάρος, που δώρησε στη Μονή Τοπλού αργυρόδετο ευαγγέλιο το 1808 και ο Ηγούμενός της Ζαχαρίας Κορνάρος (1801).
Η Μονή την περίοδο της τουρκοκρατίας
Σύμφωνα με τον Εμμανουήλ Αγγελάκη, ο οποίος έζησε την τελευταία περίοδο της τουρκοκρατίας στην Κρήτη, η Μονή λειτουργούσε μέχρι το 1829, αλλά «εφυτοζώει διατηρούσα πάντοτε ελάχιστον προσωπικόν» (Εμμ. Αγγελάκη, Σητειακά, σελ. 221).
Μαρτυρίες γραπτές από εκείνη την περίοδο δεν υπάρχουν σήμερα στο μοναστήρι, όμως σύμφωνα με τον Ν. Ψιλάκη (ό. π., σ. 515) δεν είναι δυνατό να μη λειτουργούσε και να παρέμενε έρημη καθ᾽ όλη την περίοδο της τουρκοκρατίας, γιατί τότε δε θα ήταν δυνατό να διατηρήσει την περιουσία της ως τις αρχές του 20ου αιώνα.
Η Μονή Φανερωμένης κατάστράφηκε το 1829: «οι Τούρκοι κατά τον Ιανουάριον... επέδραμον κατά της Σητείας μετά την αποχώρησιν των επαναστατών, δεν παρέλειψαν να μεταβούν και εις την Μονήν ταύτην, την οποίαν ευρόντες εγκαταλελειμμένην υπό των καλογήρων, αφού ελεηλάτησαν και διήρπασαν παν ό,τι εν αυτή εύρον, έστρεψαν την οργήν αυτών και κατά των εικόνων, καταστρέψαντες τους οφθαλμούς των απεικονιζομένων αγίων, ικανοποιήσαντες ούτω τον απαίσιον φανατισμόν των!» (Εμμ. Αγγελάκη, Σητειακά, σ. 221).
Ύστερα από πενήντα χρόνια ερήμωσης και εγκατάλλειψης το μοναστήρι ανακαινίσθηκε το 1879. Σε υπέρθυρο κελλιού μάλιστα υπάρχει χαραγμένη αυτή η χρονολογία. Κατά τον Ν. Ψιλάκη στον Β’ τόμο του βιβλίου του «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης», φαίνεται πως η Μονή Φανερωμένης δεν προσέλκυε το ενδιαφέρον των καλογέρων εκείνων του 19ο αιώνα, που, όταν συνθήκες το επέτρεψαν, προσπάθησαν να ανασυγκροτήσουν παλιά και ξεχασμένα μοναστήρια.
Μετά το 1870 η Μονή πέρασε στην κυριότητα της Μονής Τοπλού. Οι μοναχοί της προσπάθησαν να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν. Ανακαινίσθηκαν τα κελλιά και οι κοινόχρηστοι χώροι, ανακατασκευάσθηκε το παλιό ελαιοτριβείο και έγιναν εργασίες στο γύρω χώρο. Η περίοδος του 1870-1900 ήταν ένα σύντομο όσο και ευχάριστο διάλειμμα στη ζωή της Μονής. Μοναχοί από τη Μονή Παναγίας Ακρωτηριανής Τοπλού έμεναν πάντα εκεί, αντικαθιστώντας ο ένας τον άλλον και φροντίζοντας για τη συντήρηση των κτηρίων.
Μετά το 1900 εγκαταστάθηκε μόνιμα εκεί ο Ιερομόναχος Γρηγόριος Παπαδάκης, εκτελώντας χρέη επιστάτη μοναστηριακού μετοχίου της Μονής Τοπλού. Στη Μονή εγκαταστάθηκαν ο μοναχός Γεράσιμος και η Μοναχή Σαλώμη. Ο Ιερομόναχος Γρηγόριος έμεινε μερικά χρόνια και στη συνέχεια αναχώρησε για τη Μέση Ανατολή ως προσκυνητής του Παναγίου Τάφου. Μετά την επάνοδό του, όμως, εγκαταστάθηκε στη Μονή της μετανοίας του αρνούμενος να επιστρέψει στη Φανερωμένη. Τα κτήρια άρχισαν πάλι να ερημώνονται και ο ναός να παραμένει αλειτούργητος. Τα μόνα στοιχεία που υπάρχουν στο Αρχείο της Μοναστηριακής Επιστροπίας Λασιθίου σχετικά με τη Μονή Φανερωμένης είναι κάποια έγγραφα που αφορούν την ενοικίαση των κτημάτων της από ιδιώτες, μετά το 1900. Από τα μισθώματα που καταβάλλονταν εξάγεται το συμπέρασμα ότι τα κτήματα που είχαν πλέον απομείνει στη Μονή εκείνη ήταν πολύ λίγα.
Το 1900, όταν δημοσιεύθηκε ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Κρήτης (Νομος 276/1900 της Κρητικής Πολιτείας) η Μονή Φανερωμένης στον Τράχηλα λόγω λειψανδρείας χαρακτηρίσθηκε διαλυτέα και προσαρτήθηκε στην Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Παναγίας Ακρωτηριανής και Αγ. Ιωάννου Θεολόγου Τοπλού. Τότε ακριβώς κάποιοι από τους κατοίκους των γύρω χωριών ζήτησαν από τη Μονή Τοπλού να παραχωρηθεί ο ναός και τα κτήρια σε κάποια κοντινή Ενορία. Μάλιστα ακολούθησαν και δικαστικοί αγώνες ανάμεσα στη Σητεία, το Πισκοκέφαλο και τη Σκοπή που διεκδικούσαν τη Μονή. Τελικά με απόφαση του Πρωτοδικείου Λασιθίου η Μονή υπήχθη στην Ενορία Σκοπής. Τα κτήματά της όμως απαλλοτριώθηκαν σταδιακά και η Μονή έμεινε μόνο με τα κελλιά, λίγα περιβόλια στον ποταμό και τις δωρεές των προσκυνητών.Μάλιστα, όπως μας πληροφορεί η λαογράφος Ειρήνη Παπαδάκη [Παναγία Φανερωμένης (Τράχηλα), Σητεία 1979] το 1937 που η θέση του Εφημερίου της Ενορίας Σκοπής παρέμενε κενή λειτουργούσε ο ιερέας του Χαμαιζίου. Εκείνη την περίοδο με Ενοριακή Επιτροπή τους Ρούσο Φραγκούλη, Αγαπ. Κοτσυφάκη και Κων. Βασιλάκη κτίζονται και επισκευάζονται τα κελλιά και η πρώτη δεξαμενή για βρόχινο νερό. Νωρίτερα, το 1917, είχε διαμορφωθεί ο αύλειος χώρος και είχε φυτευθεί η ακακία και τα άλλα δένδρα, που μέχρι σήμερα προσφέρουν την πολύτιμη σκια τους στους προσκυνητές.
Θρύλοι και παραδόσεις
«Ένας βοσκός αντίκρυσε σε μικρή τρύπα του βράχου και σε ύψος 4-5 μέτρων μια μικρή εικόνα της Παναγίας. Κατόρθωσε να φθάσει στην τρύπα και να πάρει την εικονίτσα, που την έβαλε στο σακούλι του μαζί με το ψωμί του. Όταν έφτασε στο σπίτι του, κάλεσε τη γυναίκα του και της είπε: "Βγάλε από μέσα απ᾿ το σακούλι κάτι που κρατώ". Η γυναίκα κοίταξε το σακκούλι και βρήκε να υπάρχει μόνο ψωμί. Ο βοσκός σταυροκοπήθηκε. Την άλλη μέρα ξαναντίκρυσε το κονισματάκι πάνω στην τρύπα του βράχου. Το ξαναπήρε, το έβαλε στο σακούλι, πήγε στη γυναίκα του, επανέλαβε την προσταγή του να βγάλει η γυναίκα απ᾿ το σακούλι κάτι, μα αυτό το κάτι πάλι δεν υπήρχε. Είχε ξεφύγει επιστρέφοντας στη θέση της. Το ίδιο επαναλήφθηκε και την άλλη μέρα. Τότε επιτέλους ο τσομπάνης κατάλαβε πως ήταν θέλημά της Παναγίας να κατοικήσει εκεί ψηλά. Ειδοποίησε δυό καλογέρους να πηγαίνουν εκεί, στο μέρος που έμεινε η Παναγία. Χάρισε και όλα τα γιδοπρόβατά του και έτσι έγινε το μοναστήρι. Ακόμη και σήμερα η εικονίτσα υπάρχει στη τρύπα και φαίνεται η δεξιά κόγχη της μαυρισμένη απ᾿ το χρόνο και τα νερά της βροχής» (Αλ. Χατζηγάκη, Εκκλησίες της Κρήτης-Παραδόσεις, Ρέθυμνο 1954, σελ. 175).
***
«Μια φορά ένας χωριάτης έτυχε να περάσει από τη Μονή. Είδε στον κάμπο τις ελιές φορτωμένες καρπό και τα κελλιά έρημα και είπε:
-Μωρέ εγώ θα πάω να φέρω την οικογένειά μου εδώ. Καλός τόπος είναι αυτός και θα περάσω καλά με τη γυναίκα και τα κοπέλια μου. Να σπέρνουμε τα χωράφια να μαζώνουμε τις ελιές. Εγώ δε βλέπω κανένα σε αυτόν τον τόπο. Δεν προλαβαίνει να το πει και ακούει μια φωνή:
-Γρήγορα πίσω γιατί ο τόπος αυτός είναι ασκητικός και δεν είναι για οικογένειες.
Και σηκώνεται αμέσως και φεύγει ντροπιασμένος και φοβισμένος από την περιοχή της Κυράς - Φανερωμένης».
***
«Ένας καβαλάρης πέρασε μια φορά από τη Μονή Φανερωμένης και κατέβηκε να προσκυνήσει. Είδε όμως ένα δοχείο γεμάτο λάδι και μπήκε στον πειρασμό να πάρει λίγο για το σπίτι του. Αναρωτήθηκε "τι το θέλει η Παναγία τόσο λάδι. Ούτε μαγειρεύει, ούτε τρώει". Παίρνει ένα άλλο δοχείο από εκεί και το γεμίζει. Το παίρνει για να φύγει, όμως περνώντας από το λιόφυτο της Παναγίας της Φανερωμένης ακούει μια δυνατή φωνή, χωρίς να βλέπει κανένα:
-Να πας γρήγορα το λάδι εκεί που το βρήκες γιατί το θέλει η χάρη της (η Παναγία) για να της ανάφτουν τα καντήλα της.
Τότε ο περαστικός καβαλάρης καταντροπιασμένος γυρίζει πίσω το δοχείο με το λάδι και δεν ξανατόλμησε να κάνει τέτοια ενέργεια».
***
«Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν ακούσει μαρτυρίες ότι στα δυό σπήλαια που βρίσκονται απέναντι από την εκκλησία πάνω στην πλαγιά ζούσαν ασκητές. Οι παλιοί διηγούνταν ότι πολλές φορές πέρασαν άνθρωποι κοντά από τις σπηλιές και άκουγαν ψαλμωδίες και μυρωδιά από θυμίαμα. Κι ύστερα όταν πλησίασαν δεν έβλεπαν ούτε μοναχούς, ούτε κανένα άνθρωπο το σπήλαιο, μόνο ράσα και ιερατικά ενδύματα».
****
Μια άλλη παράδοση για το κτίσιμο της εκκλησίας είναι η εξής:
«Ένας πλούσιος από την Πόλη είχε τρεις γιους και για να δοκιμάσει την αξία τους τους λέει μια μέρα:
-Εγώ θα δώσω στον καθένα σας ένα σακούλι χρυσά μετζίνια να φύγετε να πάτε να δείτε άλλους τόπους και να κάμετε ο,τι καλό μπορείτε. Κι όταν γυρίσετε θα μου πει ο καθένας σας τι έκαμε.
Πράγματι, πήρανε τα λεφτά κι έφυγαν και πήγε ο καθένας σε άλλο τόπο.
Μάλιστα πήγανε κι τρεις στην Κρήτη. Σαν περάσανε χρόνια και γύρισαν πίσω, ο πατέρας ρώτησε χωριστά τον καθένα τι έκαμε εκεί που πήγε:
Λέει ο πρώτος:
-Εγώ πατέρα πήγα σε ένα έρημο ξερότοπο και έχτισα μια εκκλησία και την ονόμασα η Παναγία του Ξηρά. Και ήταν η Παναγία στον Τράχηλα. Και του λέει ο πατέρας του:
-Έχε την ευχή μου παιδί μου.
-Φωνάζει και του δεύτερου και τον ρωτά τι έκανε.
-Εγώ πατέρα πήγα σε ένα ακρωτήρι που ᾿χε πολλά χωράφια και έχτισα ένα μοναστήρι τον Άη-Γιάννη το Θεολόγο (τη Μονή Τοπλού).
-Έχε την ευχή μου παιδί μου.
-Λέει και του πιο μικρού γιου του να του πει τι έκαμε την περίοδο που έλειπε.
-Λέει εγώ πατέρα πήγα σε ένα τόπο που ᾿χε πολλά νερά και δροσεράδες και ήχτισα ένα Σεράγιο και το ονόμασα «το Σεράγιο στη Ζου».
-Τότε του λέει ο πατέρας του:
-Εσύ να χεις την κατάρα μου. Οι δύο μεγάλοι αδελφοί σου έκαμαν καλό της χριστιανοσύνης, αλλά εσύ έκαμες καλό στους Τούρκους, διότι από εκεί μέσα θα πολεμούν τους χριστιανούς...
****
Πολλές θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας μαρτυρούνται από τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής. Όπως διηγείται η Μαριγώ της Μαστρομανώλαινας: «την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου ήρθε μια γυναίκα από την Σκοπή (η Λελαντώναινα) και έφερε πάνω στο μουλάρι το γιο της το Μανώλη παράλυτο από τη μέση και κάτω (σήμερα τον αποκαλούν Πλαστήρα).
Μόλις μπήκε στην αυλή έκλαιγε και είπε στις γυναίκες:
-Κάμετε χριστιανές μου την παράκλησή σας να δώσει η Παναγία του παιδιού μου την υγεία του που δεν μπορεί να περπατήσει γιατί εγώ ᾿μαι αμαρτωλή.Τον κατέβασαν δύο άντρες, τον έβαλαν μέσα στην εκκλησία και του εστρώσανε κάτω για να ξαπλώσει και η μάνα του ήταν γονατιστή και παρακαλούσε την Παναγία. Περπατούσε και έσερνε τα πόδια του με δύο βέργες.Τη νύχτα η κυρά Μαριγώ είδε όνειρο πως ήρθε η Μαρία η Σαμιώταινα από τη Σητεία. Τότε χάρηκε πολύ και της είπε να μπει μέσα στο κελλί της να κάτσει να ξεκουραστεί. Αυτή λέει «δεν μπορώ να κάτσω γιατί βιάζομαι μόνο ήρθα να πάρω τις βέργες αυτού του κακομοίρη που είναι ξαπλωμένος στην εκκλησία». Πράγματι, το πρωϊ ξυπνήσαμε από τις φωνές και τα κλάματα της μάνας. Ο Μανώλης είχε σηκωθεί μόνος του και περπατούσε στην εκκλησία!
***
Η ίδια γυναίκα διηγήθηκε ένα άλλο θαύμα:
Όταν έπιασε η γρίπη στο Πισκοκέφαλο και πέθαιναν πολλοί άνθρωποι από αυτή πήγαν πολλές γυναίκες από τη Σητεία και το Πισκοκέφαλο να ανάψουν τα καντήλια και να πάρουν και τα μέτρα για να κάνουν την περίφραξη της εκκλησίας. Μόλις άναψαν τα καντήλια συνειδητοποίησαν ότι δεν κρατούσαν καμιά κλωστή για να μετρήσουν περιμετρικά το χώρο της εκκλησίας. Τότε, μην ξέροντας τι να κάνει η Μαριγώ, ξάπλωσε να ξεκουραστεί και βλέπει όραμα μια χωριανή της να την σέρνει από το χέρι και να της λέει:
-Σήκω να πάρεις το μαντήλι της κεφαλής σου και μ᾿ αυτό θα μετρήσεις την εκκλησία γύρω-γύρω για να κάνουν τον περίγυρο της αυλής. Τότε έκαμε τις μετάνοιές της και αμέσως πήρε τα μέτρα με το μαντήλι!
***
Όπως διηγήθηκαν ο ιερέας και οι επίτροποι, όταν έφτιαχναν τον αμαξιτό δρόμο, είχαν μεγάλη δυσκολία στο τμήμα από τη Σητεία έως το Πλατάνι, γιατί βρίσκεται ένας γκρεμός δεκάδων μέτρων που κατέληγε μέσα στη θάλασσα. Για να κοπεί αυτός ο βράχος κατέβαιναν οι εργάτες μέσα στον γκρεμό δεμένοι με σχοινιά και εκεί κουρασμένοι δούλευαν, ενώ ο ιερέας και οι άλλοι ενορίτες έκαναν δεήσεις στην Παναγία για να μη γίνει κάποιο ατύχημα. Και πράγματι, όπως πιστεύουν, η κατασκευή του δύσκολου τμήματος αυτού του δρόμου προς τη Μονή Φανερωμένης οφείλεται μόνο σε θαύμα της Παναγίας.
Η Μονή σήμερα
Η Μονή σήμερα επιτροπεύεται και λειτουργείται από την Ενορία Σκοπής Σητείας. Πανηγυρίζει την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 Αυγούστου, οπότε συρρέουν πολλοί πιστοί από όλη την επαρχία Σητείας. Όλη την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου εκατοντάδες προσκυνητές από την ευρύτερη περιοχή προσέρχονται, για να προσευχηθούν στις ακολουθίες των Παρακλητικών Κανόνων προς την Υπεραγία Θεοτόκο και τις Θείες Λειτουργίες που τελούνται καθημερινά. Επίσης, δεκάδες πιστοί διαμένουν στους χώρους της Μονής για να «δεκαπενταρίσουν» και να ζήσουν τη κατανυκτική αυτή περίοδο, που προβάλλει η Εκκλησία μας, με τις ακολουθίες, την προσευχή, τη νηστεία και την άσκηση. Ακόμη, στο χώρο της Μονής τελούνται ιερά μυστήρια, κυρίως βαπτίσεις, αφού πολλοί πιστοί κάνουν τάματα για τα παιδιά τους. Τέλος, Θείες Λειτουργίες τελούνται κατά τις Θεομητορικές εορτές και άλλες μέρες στο κλίτος της Κοιμήσεως της Παναγίας, ενώ το κλίτος του Αγίου Γεωργίου λειτουργείται την εορτή της ανακομιδής των λειψάνων του στις 3 Νοεμβρίου και τη Διακαινήσιμο εβδομάδα.
Συγκινητική είναι τις παραμονές του Δεκαπενταυγούστου η τελετή μεταφοράς της θαυματουργού εικόνος της Παναγίας, της επωνομαζομένης «Κυρίας Φανερωμένης», από τον Ενοριακό Ναό του Αγίου Γεωργίου Σκοπής, όπου φυλάσσεται όλο τον χρόνο, στο Μοναστήρι της Φανερωμένης, αλλά και η επιστροφή της μετά την εορτή της Κοιμήσεως στον ίδιο χώρο. Πλήθος προσκυνητών με τα πόδια συνοδεύουν την ιερά εικόνα με επικεφαλής τον Σεβ. Μητροπολίτη κ. Κύριλλο, τους Ιερείς της Σκοπής και άλλων Ενοριών, τους ιεροψάλτες, τα εξαπτέρυγα και τα λάβαρα, ψάλλοντας την Ιερά Παράκληση και ύμνους θεομητορικούς στη Δέσποινα και Παντάνασσα του κόσμου.
Στη Μονή μπορεί να δει κανείς, ακόμη, τον «Σπήλιο του ασκητή», το μικρό σπήλαιο που υπάρχει πίσω από το ιερό, όπου κατά την παράδοση υπήρχε μια εικόνα της Παναγίας. Την έπαιρναν από κει, όμως εκείνη πάλι ξαναγύριζε στη θέση της. Πήρε την ονομασία «σπήλιος του ασκητή», γιατί εκεί έμεινε κάποιος ασκητής.
Ήδη, όπως αναφέραμε, έγιναν εργασίες στερέωσης και καθαρισμού των τοιχογραφιών στο εσωτερικό του Ναού, υπό την επίβλεψη της αρμόδιας 13ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και έχουν δρομολογηθεί από την Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας και την Ενορία Σκοπής οι εργασίες για την ανακαίνιση, στερέωση και αποκατάσταση του Ναού ἐξωτερικά, αλλά και του αύλειου χώρου, ώστε να απομακρυνθούν οι όποιες ακαλαίσθητες επεμβάσεις του παρελθόντος και να αποκατασταθεί κατά το δυνατόν το ιστορικό αυτό μνημείο στην αρχική του μορφή. Η ιστορική αυτή αναδρομή αποδεικνύει την ευλάβεια και την αγάπη όλων στην Παναγία μας. Συγχρόνως, όμως, η ιερή αυτή κληρονομιά και παρακαταθήκη μας υποδεικνύει ότι πρέπει να διατηρήσομε και να επαυξήσομε τον ιερό αυτό χώρο όχι μόνο με τη συντήρηση και ανακαίνιση του Ναού και του αύλειου χώρου, αλλά και με τη διατήρησή του ως κέντρου θείας λατρείας με σωστή λειτουργική ζωή. Γιατί μόνο έτσι θα παραδώσομε τον θησαυρό της πίστεώς μας και το άγιο μύρο της εκκλησιαστικής μας παράδοσης ανόθευτα στα παιδιά μας.