Νικόλαος Ἐμμ. Τζιράκης: Βιβλιοπαρουσίαση τῆς ἐργασίας: Θεοδοσίου Διακόνου, Ἡ ἅλωση τῆς Κρήτης. Εἰσαγωγή - Ἔμμετρη μετάφραση

Νικόλαος Ἐμμ. Τζιράκης: Βιβλιοπαρουσίαση τῆς ἐργασίας: Θεοδοσίου Διακόνου, Ἡ ἅλωση τῆς Κρήτης. Εἰσαγωγή - Ἔμμετρη μετάφραση
Ημερομηνία δημοσίευσης 14.05.2025

*Νικόλαος Ἐμμ. Τζιράκης

Βιβλιοπαρουσίαση τῆς ἐργασίας: Θεοδοσίου Διακόνου,

Ἡ ἅλωση τῆς Κρήτης. Εἰσαγωγή - Ἔμμετρη μετάφραση – Σχόλια, Γιάννης Γ. Τσερεβελά-κης.  Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, Ἱεράπετρα 2020.

Πλὴν τῶν ἀναγραφόμενων στὸν τίτλο στοιχείων ταυτότητας τῆς παρουσιαζόμενης ἐδῶ ἐργασίας, τὸ ἐξώφυλλο τοῦ συγκεκριμένου βιβλίου κοσμεῖται μὲ ἔγχρωμη εἰκόνα ἀπὸ τὴ Σύνοψη Ἱστοριῶν τοῦ Ἰωάννη Σκυλίτζη (Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη τῆς Ἱσπανίας, 12ος αἰ.), ἡ ὁποία εἰκονίζει Βυζαντινοὺς νὰ πολιορκοῦν ὑπὸ τὸν Νικηφόρο Φωκᾶ τὸν Χάνδακα (σημερινὸ Ἡράκλειο), πρωτεύουσα τότε τοῦ Ἐμιράτου τῆς Κρήτης. Τὸ ὀπισθόφυλλο κοσμεῖται, ἐπί-σης, μὲ μικροῦ μεγέθους χρυσὸ νόμισμα, τὸ ὁποῖο ἀριστερὰ εἰκονίζει τὴ Θεοτόκο καὶ δε-ξιὰ τὸν αὐτοκράτορα Νικηφόρο Φωκᾶ.

Ἡ ὕλη τοῦ βιβλίου δομεῖται ὡς ἑξῆς: α) Πρόλογος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας κ. Κυρίλλου (σσ. 9-11)· β) Πρόλογος τοῦ μεταφραστῆ (σσ. 13-14)· γ) Εἰσαγωγή (σσ. 15-34)· δ) Μετάφραση τοῦ ποιήματος μετὰ συντόμου προλόγου τοῦ Θεοδοσίου πρὸς τὸν Νικηφόρο Φωκᾶ (σσ. 36-76). Στὴ σελίδα 35 εἰκονίζεται μικρογραφία τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ ἀπὸ εἰκονογραφημένο  χειρόγραφο τῆς Μαρκιανῆς Βιβλιοθήκης τῆς Βενετίας τοῦ 11ου αἰ.

Ἡ ἐργασία, ὡς ἔχει, πληροῖ καθ᾽ ἡμᾶς τὶς ἀπαιτήσεις μιᾶς ἐπιστημονικῆς μελέτης γιὰ δύο βασικοὺς λόγους:

α) Ὁ πρῶτος λόγος μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ συγγραφέας μας σέβεται τὴν πηγή του, δηλαδὴ τὸ ποίημα ὅπως αὐτὸ ἐξῆλθε ἀπὸ τὴ γραφίδα τοῦ Θεοδοσίου Διακόνου καὶ τὸ παρέλαβαν γιὰ δικούς τους καθένας λόγους οἱ μεταγενέστεροι, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Γιάννης Τσε-ρεβελάκης, ὁ ὁποῖος μετὰ ἀπὸ σύντομο καὶ ἐμπεριστατωμένο πρόλογο καὶ σχετικὰ πλού-σια εἰσαγωγή, ἀπέδωσε τὸ ποίημα τοῦ Θεοδοσίου στὴ νεοελληνικὴ ὡς συνειδητός, ἄξιος καὶ λιπαρὸς φιλόλογος, ἐξοπλισμένος ἐν ταὐτῷ μὲ πρόσθετες πλὴν συναφεῖς πρὸς τὴ συ-γκεκριμένη ἐργασία γνώσεις, καθὸ θεολόγος καὶ μουσικός, κάτοχος ἑπομένως ἱστορικολει-τουργικῶν καὶ ὑμνολογικῶν, πεζῶν καὶ ποιητικῶν, κειμένων καὶ ὕμνων.

Ὡστόσο, ἀπὸ τὴν πλευρά μας θα κρίναμε λυσιτελέστερο, γιὰ ἀπαιτητικοὺς καὶ ἄλλους ἐνδεχομένως ἀναγνῶστες, ἂν τὸ πρωτότυπο κείμενο τοῦ ποιήματος  δημοσιευόταν στὶς ζυγὲς (ἀριστερὲς) σελίδες τοῦ βιβλίου καὶ τὸ μεταγραφόμενο (τὸ μεταφρασμένο) στὴ νεο-ελληνική, κατ᾽ ἀντιστοιχίαν, στὶς μονὲς (δεξιὲς) σελίδες. Ἡ πρότασή μας αὐτὴ δὲν διεκδικεῖ προφανῶς πρωτοτυπία, δοθέντος ὅτι ἔχει πρὸ πολλοῦ χρόνου χρησιμοποιηθεῖ (καὶ χρησι-μοποιεῖται) γιὰ κείμενα τόσο πεζὰ ὅσο καὶ ποιητικά. Συγκεκριμένα, ὁ τρόπος αὐτὸς ἔκδο-σης χρησιμοποιεῖται γιὰ κείμενα (πεζὰ καὶ ποιητικὰ) ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων, τὰ ὁποῖα διδάσκονται κυρίως σὲ σχολεῖα τῆς Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης. Τὸν χρησιμο-ποιοῦν, ἐπίσης, μεγάλοι ἐκδοτικοὶ οἶκοι στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ Ἐξωτερικό. Στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι χρήσιμο νὰ σημειώσουμε ὅτι ἕνα ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο μεταγράφεται ἢ, ὀρθότε-ρα καθ᾽ ἡμᾶς, μεταφέρεται ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ στὴ νέα ἑλληνική, δηλαδὴ στὴν ἴδια γλῶσσα, ἐνῷ ὅταν μεταφράζεται σημαίνει ὅτι ἀποδίδεται ἀπὸ τὴ γλῶσσα του σὲ ἄλλη γλῶσσα, π.χ. ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ στὴν ἀγγλική.

β) Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι ὅτι ὁ Γ. Τσερεβελάκης, προκειμένου νὰ ἀνταποκριθεῖ ἐπαξίως στὶς ἀπαιτήσεις τῆς ἐργασίας του, χρησιμοποιεῖ πλούσια δευτερεύσουσα βιβλιογραφία. Ἐξ αὐτοῦ τοῦ λόγου αἰσθανόμαστε τὸ χρέος νὰ ἐπισημάνουμε τὴν ἐντιμότητα καὶ τὴν εἰλικρί-νειά του, γιατὶ γραπτῶς ἐπιβεβαιώνει ὅτι ἀξιοποίησε τὶς γνώσεις τοῦ ἀνιψιοῦ του Γιώργου Τ. Τσερεβελάκη, διδάκτορα τῆς Ἑλληνικῆς Φιλολογίας. Ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ πείθει ὅτι ὁ συγ-γραφέας μας ἐργάστηκε μὲ σεβασμό, σοβαρότητα καὶ εὐθύνη, γιὰ νὰ φέρει στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας τὴν ἐργασία του, πληροῦσα τὰ ζητούμενα τῆς ἐπιστημονικῆς δεοντολογίας.

Δὲν θὰ διαφωνήσουμε σὲ ἀπόλυτο βαθμὸ μὲ τὴ συγκεκριμένη ἀποτίμηση τοῦ Τσερε-βελάκη, ὅτι «τὸ ποίημα τοῦ βυζαντινοῦ ποιητῆ Θεοδοσίου Διακόνου… εἶναι ἐλάχιστα γνω-στὸ στὸ εὐρὺ κοινό… δὲν εἶναι εὐρέως γνωστό, διότι δὲν ἔχει τύχει τῆς ἀποδοχῆς ὡς ἑνὸς σπουδαίου ποιητικοῦ ἔργου· ἀντίθετα, θεωρεῖται ἔργο ἥσσονος ποιητικῆς σημασίας καὶ δικαίως» (σ. 13). Θὰ συμφωνήσουμε, ὅμως, ἀπόλυτα μὲ τὴ διαβεβαίωση τοῦ ἰδίου στὴν ἀμέσως ἀκολουθοῦσα τὴν ἀνωτέρω τοποθέτησή του παράγραφο τοῦ προλόγου του, ὅτι: α) «ἂν τὸ ποίημα αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ δρέψει ποιητικὲς δάφνες, ἔχει ἀξία ἀπὸ ἱστορικὴ ἄποψη, ἐπειδὴ ἀναφέρεται σὲ ἕνα μεγάλης σπουδαιότητας ἱστορικὸ γεγονός: τὴν ἅλωση - ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ἀπὸ τοὺς Ἄραβες πειρατὲς» καὶ β) «Ἡ ἱστορικὴ σημασία τοῦ γεγονότος αὐτοῦ δὲν ἀφορᾶ μόνο τὴν Κρήτη ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη τὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατο-ρία καὶ τὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Μεσογείου, ἐπειδὴ περιορίστηκε σημαντικὰ ἡ πειρατεί-α… Μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς ὅτι… ἡ ἐπαναφορά της (=τῆς Κρήτης) στὸν κορμὸ τῆς Ρωμαίικης Αὐτοκρατορίας ὑπῆρξεν ἡ ἀρχὴ τοῦ τέλους τῶν ἐπιδρομῶν στὸν εὐρωπαϊκὸ χῶρο» (σσ. 13-14).

Ἀναφορικὰ μὲ ὅσα ἐκθέσαμε πιὸ πάνω, θὰ θέλαμε νὰ διατυπώσουμε στὸ παρὸν σημεῖο καὶ τὴν ἀκόλουθη προσωπική μας κρίση. Ὅτι δηλαδὴ ἕνα ποιητικὸ κείμενο, ὅπως τὸ παρὸν (ἀκόμη καὶ ἕνα πεζὸ κείμενο), δὲν κρίνεται καὶ δὲν ἀξιολογεῖται μόνο, ἢ ἁπλῶς μόνο, γιὰ τὴ μορφή του (π.χ. γιὰ τὸ ὅτι εἶναι γραμμένο χωρὶς βαρβαρισμοὺς ἢ σολοικισμοὺς ἢ γιὰ τὴν ὀρθὴ προσῳδία του ἢ γιὰ τὸ ὀρθὸ ποιητικό του μέτρο κ.λπ.). Κρίνεται καὶ γιὰ τὴν οὐσία του, δηλαδὴ γιὰ τὸ βαθύτερο νόημά του καὶ τὶς πολύπλευρες ἀναφορὲς τοῦ περιεχομένου του. Ἡ θέση μας αὐτὴ ἀφορᾶ, πιστεύουμε, καὶ τὸ ποίημα τοῦ Θεοδοσίου, καθόσον δὲν εἴμαστε ἀπολύτως βέβαιοι σὲ ποιὸ βαθμὸ ὁ Θεοδόσιος ἦταν γνώστης τῆς μετρικῆς ἐπι-στήμης καὶ ἰδιαιτέρως τῶν κανόνων καὶ τῶν μέτρων ποὺ διέπουν τὴν ποίηση (ἐννοοῦμε τὰ μέτρα: ἰαμβικό, τροχαϊκό, δακτυλικό, ἀναπαιστικό, μεσοτονικὸ κ.λπ.).   

Ἐπίσης, δὲν εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, ἂν ὁ Θεοδόσιος ἦταν βαθὺς γνώστης τῆς ποιητικῆς μετρικῆς, θὰ τὴν ἐφάρμοζε ἐπακριβῶς στὸ συγκεκριμένο ποίημά του. Μετὰ βεβαιότητος θὰ μπορούσαμε ἴσως νὰ ποῦμε ἢ νὰ ὑποπτεύσουμε, ὅτι ὡς διάκονος «τοῦ ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας» ἢ, τὸ πιθανότερον, καὶ ὡς «βασιλικὸς διάκονος», θὰ ἦταν γνώστης τῆς ψαλ-τικῆς τέχνης. Θὰ γνώριζε, δηλαδή, τὶ εἶναι ὁ ρυθμὸς καὶ τὸ μέτρο στὴν ποίηση καὶ κατ᾽ ἀκολουθίαν τὶ εἶναι ὁ ρυθμικὸς καὶ ὁ μετρικὸς τόνος ἢ ἡ «τονικὴ ρυθμοποιΐα» στὴ βυζα-ντινὴ μουσική.

Περαιτέρω, σημαντικὴ εἶναι ἡ παρατήρηση τοῦ Τσερεβελάκη, ὅτι ὁ Θεοδόσιος ἀξιοποί-ησε λιγότερα στοιχεῖα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ συγκριτικὰ μὲ ἐκεῖνα «τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν κειμένων» (σ. 22). Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο, σημαντικὴ θεωροῦμε, ἐπίσης, τὴν παρατήρηση τοῦ Θεοδοσίου στὸν πρόλογο τοῦ ποιήματός του πρὸς τὸν ἐλευθερωτὴ τῆς Κρήτης ἀπὸ τοὺς Ἄραβες Νικηφόρο Φωκᾶ: «Δέξου τὰ “τραυλίσματα” τοῦ Θεοδοσίου καὶ ἐπίτρεψέ μου νὰ γράψω καὶ γιὰ τὴν ἅλωση καὶ τὴν καταστροφὴ τοῦ Χαλεπίου» (σ. 37).

Πέρα τῶν ὅσων μέχρι τώρα ἀναφέραμε, εἶναι, φρονοῦμε, σημαντικὸ νὰ μὴ διαφεύγει τὴν προσοχή μας τὸ γεγονός, ὅτι ὁ Θεοδόσιος δὲν γράφει τὸ ποίημά του περὶ ὑποταγῆς καὶ ἀνάκτησης τῆς Κρήτης ἀπὸ τοὺς Ἄραβες ὡς ἕνας ad hoc ἱστορικὸς ἐρευνητὴς καὶ μάλι-στα μετὰ ἀπὸ παρέλευση πολλῶν αἰώνων. Δὲν αἰσθάνθηκε ἑπομένως τὴν ἀνάγκη νὰ με-ταφερθεῖ σὲ ἕνα νεκρὸ γι᾽ αὐτὸν ἱστορικὸ περιβάλλον, νὰ τὸ ξαναζωντανέψει στὴ μνήμη του, νὰ τὸ ἀγαπήσει καὶ νὰ σαρκωθεῖ σ᾽ αὐτό, προκειμένου νὰ εἶναι πιστὴ καὶ ἀληθινὴ ἡ ἱστορικὴ περιγραφή του. Ἀντίθετα, ὁ Θεοδόσιος ὑπῆρξε αὐτήκοος μάρτυς, ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἀνάκτηση τῆς Κρήτης, ἴσως δὲ καὶ αὐτόπτης μάρτυς ὁρισμένων γεγονότων.

Δὲν βρισκόμαστε, λοιπόν, μακρὰν τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας, ἂν δεχθοῦμε ὅτι ὁ Θεοδόσιος θέτει σὲ πρώτη μοῖρα τὸ σύγχρονο μὲ αὐτὸν πραγματικὸ γεγονὸς τῆς νίκης τῶν Βυζαντι-νῶν ἐναντίον τῶν κατακτητῶν τῆς Κρήτης Ἀράβων καὶ μάλιστα μετὰ ἀπὸ ὀκτάμηνη πο-λιορκία (Ἰούλιος 960-Μάρτιος 961 μ.Χ.) ὑπὸ τὴν ἀρχηγία τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ.

Ἐπομένως, δὲν ἀπέχουμε πολὺ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἂν ποῦμε ὅτι ὁ ἐνθουσιασμὸς τοῦ Θε-οδοσίου γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ὑπὸ τῶν Βυζαντινῶν τὸν ὁδήγησε νὰ τοποθε-τήσει σὲ πρώτη θέση αὐτὸ καθαυτὸ τὸ γεγονὸς τῆς νίκης καὶ σὲ δεύτερη τὸ ποιητικὸ μέ-τρο καὶ τὰ λοιπὰ στοιχεῖα τῆς ποιητικῆς ὀρθότητας καὶ τῆς γλωσσικῆς μορφῆς τοῦ ποιήμα-τός του. Λειτούργησε δηλαδή στὴ συγκεκριμένη περίπτωση ἡ βαθύτερη σημασία τῆς γνω-στῆς φράσης «ποιητικῇ ἀδείᾳ». Πλησίστιος μᾶλλον στὴ θέση αὐτὴ καὶ ὁ βαθύνους Γ. Τσε-ρεβελάκης χρησιμοποιεῖ ἄσμενος τὸ ἀκόλουθο παράθεμα τῆς διδακτορικῆς διατριβῆς τοῦ ἀείμνηστου καθηγητῆ Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη: «Τὸ ποίημα τοῦ Θεοδοσίου εἶναι κο-πιῶδες χειροτέχνημα συμφορηθὲν κατόπιν προσεκτικῆς ἐπιλογῆς καὶ ἐνθέσεως λέξεων, ὥστε νὰ συναρμοσθοῦν πρὸς τὰ μέτρα, ὑπὸ τοιαύτας δὲ συνθήκας ἡ ἀληθὴς ποίησις ἀσφυκτιᾷ καὶ θνῄσκει. Παρὰ ταῦτα ἀκραιφνῶς ἀκέραιον παραμένει τὸ κίνητρον τοῦ Θεο-δοσίου νὰ ὑμνήσῃ τὸ περίδοξον κατόρθωμα, ὅμοιον τοῦ ὁποίου δὲν εἶχεν ἐπὶ αἰῶνας νὰ ἐπιδείξῃ τὸ Βυζάντιον, ἐὰν δὲ δὲν κατώρθωσε νὰ ἀρθῇ εἰς τὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, δὲν πταίει ὁ ποιητής, ὁ ὁποῖος πάντως ἐμόχθησε νὰ ἀνορθώσῃ καὶ νὰ λαμπρύνῃ διὰ τῆς γρα-φίδος του τὰ γεγονότα» (σ. 25).

Κλείνουμε τὴν παροῦσα βιβλιοπαρουσίαση πιστεύοντας ὅτι τόσο μὲ τὴ μεταφορὰ στὴ νεοελληνικὴ τοῦ ποιήματος τοῦ Θεοδοσίου Διακόνου «Ἡ ἅλωση τῆς Κρήτης» ἀπὸ τὸν Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη, ὅσο καὶ μὲ τὴ διδακτορικὴ Διατριβὴ τοῦ μακαριστοῦ καθηγητῆ Νι-κολάου Μ. Παναγιωτάκη (Θεοδόσιος ὁ Διάκονος καὶ τὸ ποίημα αὐτοῦ «Ἅλωσις τῆς Κρήτης», Ἐκδόσεις Κρητικῶν Μελετῶν, Ἡράκλειον 1960), ἔχομε δύο ἐργασίες, οἱ ὁποῖες τιμοῦν τὴν ἐκ βαθέων προσπάθεια τοῦ Θεοδοσίου Διακόνου νὰ κρατήσει ζωντανὴ μιὰ σημαντικότατη Βυζαντινὴ νίκη. 

Ὁ ἔπαινός μας, τέλος, γιὰ τὸν μεταφραστὴ τοῦ ποιήματος τοῦ Θεοδοσίου Διακόνου Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη καὶ γιὰ τὸν ἐμπνευστὴ τῶν ἐκδόσεων τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱερα-πύτνης καὶ Σητείας Σεβ. Μητροπολίτη κ. Κύριλλο εἶναι δεδομένος, οἱ δὲ εὐχαριστίες πλεῖστες.

 


* Ὁ κ. Νικόλαος Ἐμμ. Τζιράκης εἶναι Ὁμότιμος Καθηγητὴς τοῦ Ἐθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.