H ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτη κ. Κυρίλλου στο Συνέδριο του THE ECONOMIST για τον Θρησκευτικό Τουρισμό στα Χανιά.

H ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτη κ. Κυρίλλου στο Συνέδριο του THE ECONOMIST για τον Θρησκευτικό Τουρισμό στα Χανιά.
Ημερομηνία δημοσίευσης 26.04.2022

Σεβ. Μητροπολίτης Ιεραπύτνης & Σητείας κ. ΚΥΡΙΛΛΟΣ, Πρόεδρος Συνοδικής Επιτροπής επί του Θρησκευτικού Τουρισμού της Εκκλησίας Κρήτης (Διεθνές Συνέδριο του Economist για τον Θρησκευτικό Τουρισμό, Χανιά,
6/5/2022)

Σε αναζήτηση της αυθεντικής εμπειρίας: Η ανάγκη ανάδειξης και προστασίας μνημείων Θρησκευτικού Τουρισμού σε περίοδο παγκόσμιας κρίσης.        

 

Αγαπητοί Σύνεδροι, Χριστός Ανέστη! 

Μέσα στο κλίμα της Αναστάσιμης χαράς βρίσκομαι ανάμεσά σας στο Διεθνές αυτό Συνέδριο για τον Θρησκευτικό Τουρισμό, που διοργανώνει ο έγκριτος και διεθνώς αναγνωρισμένος όμιλος Economist, τον οποίο και ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. 

Όλοι γνωρίζουμε πως ο προσκυνηματικός-θρησκευτικός τουρισμός αρχίζει να αναπτύσσεται από την πρωτοβυζαντινή περίοδο, όταν, μετά τις ανασκαφές και την εύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία Ελένη στην Αγία Γη, τα Ιεροσόλυμα μετατράπηκαν σε πόλο έλξης πολλών πιστών ταξιδιωτών. Το συγκεκριμένο είδος περιήγησης -προσκυνήματος αναλύεται διαχρονικά μέχρι τις μέρες μας ως μία βιώσιμη, ήπια και φιλική προς το φυσικό και οικονομικοκοινωνικό περιβάλλον μορφή τουρισμού ειδικών ενδιαφερόντων. Τα τελευταία χρόνια οι αναπτυξιακές δυνατότητες του θρησκευτικού τουρισμού προσελκύουν ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον σε θρησκευτικό, πολιτικό, πολιτισμικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, λόγω της μαζικής μετακίνησης ετησίως δεκάδων εκατομμυρίων προσκυνητών διαφόρων θρησκειών (λ.χ. Χριστιανών προς τα Ιεροσόλυμα, Μουσουλμάνων προς τη Μέκκα, και Ινδουιστών προς τον Γάγγη ποταμό). 

Η μορφή του τουρισμού αυτού δεν απευθύνεται μόνο σε ευλαβείς προσκυνητές αλλά και σε κάθε καλοπροαίρετο επισκέπτη που αναζητά την πνευματική ωφέλεια και αναψυχή, την περισυλλογή, την εσωτερική ειρήνη και γαλήνη από τις τελούμενες Ιερές Ακολουθίες και την αυθεντική εμπειρία ενός διαφορετικού τρόπου ζωής. Οι προσκυνητές ιερών τόπων συχνά αναπτύσσουν ισχυρούς ψυχοσυναισθηματικούς δεσμούς με το ιερό μνημείο και το καθιστούν προσωπικό σημείο αναφοράς, γι’ αυτό και καλλιεργείται το πνεύμα καταλλαγής, αλληλοσεβασμού και συμφιλίωσης μεταξύ των λαών και με κάθε διαφορετικό άνθρωπο, χωρίς διακρίσεις, αλλά πάντοτε με διακριτικότητα. 

Το προσκύνημα συνδέει με τρόπο μοναδικό πιστούς ανθρώπους με ιερούς τόπους, ιστορικά μνημεία, θαυματουργές εικόνες, ανθρώπους και τοπικές κουλτούρες, και συμβάλλει τα μέγιστα στην επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ο.Η.Ε. Αναμφίβολα, υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ ανάπτυξης θρησκευτικού /προσκυνηματικού τουρισμού και της σύγχρονης και βιώσιμης ανάπτυξης, αφού η προσέλκυση των επισκεπτών που βασίζεται στη θρησκεία τροφοδοτεί τις τοπικές κοινωνίες και την περιφερειακή βιώσιμη ανάπτυξη, ενισχύει την οικονομική ευημερία των τοπικών κοινωνιών και προωθεί τα τοπικά παραδοσιακά προϊόντα, και γενικότερα αξιοποιεί τον ενδογενή φυσικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό πλούτο και το ανθρώπινο δυναμικό κάθε τόπου. 

Η στόχευση στον τομέα του τουρισμού θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη και εφαρμογών κατάλληλων πολιτικών, ώστε να υπάρξει μελλοντικό αποτύπωμα των δραστηριοτήτων του στις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές εξελίξεις. Για την χωρίς αποκλεισμούς επίτευξη της Βιώσιμης Ανάπτυξης του Θρησκευτικού Τουρισμού απαιτείται ο κατάλληλος στρατηγικός σχεδιασμός και η αγαστή σχέση και συνεργασία της Εκκλησίας με το αρμόδιο Υπουργείο Τουρισμού, τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού και τους άλλους εμπλεκόμενους φορείς, στο πλαίσιο πάντοτε του σεβασμού των διακριτών ρόλων του καθενός. Παράλληλα είναι αναγκαίο να ενισχύονται και να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για τη διατήρηση της φυσικής κληρονομιάς και της βιοποικιλότητας και για την προστασία της οικολογικής ισορροπίας, καθώς σημαντικά θρησκευτικά μνημεία, ιερά προσκυνήματα και Μετόχια Ιερών Μονών συνδυάζονται με εξαιρετικές φυσιολατρικές διαδρομές και τοπία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους. Επιτακτική είναι και η ανάγκη διασύνδεσης των θρησκευτικών μνημείων με αρχαιολογικούς χώρους, κάθε είδους μουσεία, εργαστήρια και χώρους που δίδουν το αποτύπωμα της τοπικής κοινωνίας και του μακραίωνου πολιτισμού της, ιδιαιτέρως στον τομέα της δοχής και φιλοξενίας του προσκυνητή. Γιατί η φιλοξενία, όχι μόνο στα μοναστήρια και προσκυνήματα, αλλά και σε κάθε ελληνικό σπίτι θεωρείται κάτι το ιερό και το ευλογημένο.

Όμως, η λυδία λίθος του όλου εγχειρήματος είναι ο σεβασμός του ιερού χαρακτήρα των Θρησκευτικών και Πολιτιστικών Μνημείων και προορισμών, καθώς η θρησκευτικότητα συνδέεται με την έννοια του ιερού (sacred), που είναι ό,τι ανήκει ή έχει σχέση με τον Θεό. 

Eστιάζοντας στην Χώρα μας, διαπιστώνουμε ότι είναι διάσπαρτα τα ιερά προσκυνήματα, τα εκκλησιαστικά μνημεία, οι Μονές, τα κατάγραφα εξωκλήσια, τα αγιάσματα σε όλη την επικράτεια, που παρουσιάζουν υψηλό πολιτιστικό, ιστορικό και θρησκευτικό ενδιαφέρον, καθώς αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία τόσο της μακραίωνης ελληνικής, όσο και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Δέχονται εκατοντάδες επισκέπτες καθημερινά, οι οποίοι επιδιώκουν να γνωρίσουν αυτή την πολιτιστική κληρονομιά, όχι μόνο ως μουσειακό είδος, αλλά κυρίως ως ζώσα εμπειρία. Πολλά από αυτά τα μνημεία διήλθαν «δια πυρός και ύδατος» και κατόρθωσαν να διασωθούν μέχρι σήμερα «ιερά και αγιασμένα, εσφραγισμένα δια της σφραγίδος της αιωνιότητος» (Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, «Χριστιανικά Μνημεία της Κρήτης», έκδ. Συνοδική Επιτροπή επί του Θρησκευτικού Τουρισμού της Εκκλησίας Κρήτης, Ηράκλειο, 2012). Αποτελούν ιδανικούς προορισμούς, όχι μόνο γιατί είναι καλαίσθητοι και φιλόξενοι χώροι επίσκεψης και μαρτυρίας ενός ένδοξου παρελθόντος, αλλά κυρίως διότι αποκαλύπτουν τον Ορθόδοξο Χριστιανικό Πολιτισμό και είναι τόποι κοινωνίας προσώπων και βίωσης του αυθεντικού τρόπου χριστιανικής ορθοδόξου ζωής.

{Θα αναφέρω ένα ζωντανό παράδειγμα από την Μητρόπολη που με αξίωσε ο Θεός να διακονώ, κάτι που ο προσκυνηματικός περιηγητής μπορεί να συναντήσει σε πολλές άλλες μονές και προσκυνήματα. Αφορά στην Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τοπλού Σητείας, όπου ο προσκυνητής εκτός από το φρουριακού τύπου ενετικό μοναστηριακό συγκρότημα, την μακραίωνη και δι’ αιματηρών θυσιών και αγώνων ιστορία της, τα χαριτόβρυτα λείψανα αγίων, τις θαυμάσιες μεταβυζαντινές εικόνες και τα εκθέματα των Μουσείων Εκκλησιαστικής Τέχνης και Χαλκογραφιών και Χαρακτικών, μπορεί να γίνει κοινωνός προς το παρόν του τρόπου καλλιέργειας συγκομιδής, παραγωγής, συσκευασίας και γευσιγνωσίας βιολογικού ελαιολάδου, κρασιού και παραδοσιακής τσικουδιάς, και ίσως αργότερα να υπάρχει η δυνατότητα να γνωρίσει την διαδικασία βοσκής των αιγοπροβάτων, αρμέγματος και τυροκόμησης. Μπορεί να περπατήσει ανάμεσα σε βιολογικούς αμπελώνες και ελαιώνες μέσα από κατάλληλα μονοπάτια, να επισκεφθεί και να διαμείνει σε μετόχια, να διαβεί τα φαράγγια της περιοχής, να θαυμάσει το φυσικό περιβάλλον, να απολαύσει τις μυρωδιές των σπάνιων αρωματικών βοτάνων και αγριολουλουδιών της κρητικής γης, να επισκεφθεί τους αρχαιολογικούς χώρους και να απολαύσει τις ήσυχες και καθαρές παραλίες. Είναι μοναδικές οι αυθεντικές και βιωματικές εμπειρίες που προσφέρει ο προσκυνηματικός τουρισμός, καθώς ο προσκυνητής μπορεί να ακολουθήσει το μοναστηριακό πρόγραμμα και ταυτόχρονα να ενσωματωθεί με διάκριση στη ζωή και τα διακονήματα της Μονής και με αυτό τον τρόπο αβίαστα μπορεί κοινωνήσει τον λιτό και απέριττο, αλλά και δημιουργικό, τρόπο ζωής των Μοναχών.} 

Οι δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης του θρησκευτικού και προσκυνηματικού τουρισμού είναι πολλές σε σχέση με άλλες μορφές τουρισμού, δεδομένου ότι τα μνημεία μπορούν να καταστούν περισσότερο ελκυστικά για τους επισκέπτες. Ενδεικτικά αναφέρω την ανάγκη ανάδειξης και προβολής του θρησκευτικού πολιτιστικού αποθέματος επιλεγμένων εκκλησιαστικών μνημείων με τη χρήση νέων καινοτόμων εφαρμογών και της παροχής βελτιωμένων και ποιοτικών ψηφιακών υπηρεσιών στον φυσικό και διαδικτυακό επισκέπτη, αλλά και την ανάγκη δικτύωσης και συνέργειας μεταξύ Θρησκευτικών προορισμών και Πολιτιστικών και Θρησκευτικών Μνημείων, είτε ενδοπεριφερειακά είτε ευρύτερα μεταξύ όλων των Φορέων που σχετίζονται με τον Θρησκευτικό και Πολιτισμικό Τουρισμό. 

Παρά τις παρούσες υφεσιακές συνθήκες των τελευταίων δύο και πλέον ετών λόγω των αναγκαίων υγειονομικών μέτρων κατά της πανδημίας αλλά των συνεπειών του μαινόμενου ακόμη πολέμου στην Ουκρανία, θεωρώ ότι ο Θρησκευτικός Τουρισμός μπορεί να αποτελέσει ένα κινητήριο μοχλό υπέρβασης της οικονομικής κρίσης και να λειτουργήσει ως ένας από τους βασικούς πυλώνες της οικονομίας. Η σύγχρονη τεχνολογία σίγουρα βοήθησε και βεβαίως συμβάλλει στο να διατηρηθεί άσβεστη η φλόγα και η ζέση της πίστεως. Όμως, σε καμία περίπτωση η εικονική πραγματικότητα όσο πιστή και αν είναι, δεν αντικαθιστά την θρησκευτική εμπειρία και την μετοχή όλων των αισθήσεων του ανθρώπου, που εν προκειμένω είναι το ζητούμενο. Οφείλουμε λοιπόν εν κατακλείδι να εργαζόμαστε συνεχώς και συστηματικά για την ανάδειξη, διάσωση, προστασία και προβολή των θρησκευτικών μνημείων, των εξαιρετικών αυτών προπυργίων της πίστεως και της εκκλησιαστικής τέχνης των Πατέρων μας, για την ωφέλεια όλων των καλοπροαίρετων ανθρώπων, ντόπιων και ξένων επισκεπτών. 

Είμαι σίγουρος ότι στον κύκλο εποικοδομητικής συζήτησης, που θα ακολουθήσει, θα έχουμε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε εμπειρίες και να εμβαθύνουμε περισσότερο στο θέμα. 

Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας!